- βοοειδή
- Οικογένεια αρτιοδακτύλων θηλαστικών, μηρυκαστικών, στην οποία ανήκουν πολλά οικιακά ζώα μεγάλου μεγέθους, χρήσιμα στην οικονομία των ανθρώπων, και πολλά άγρια, όπως ο βούβαλος, ο βίσονας, η αντιλόπη, το γκνου κ.ά. Τα β. ζουν σε όλα τα μέρη της Γης και όπου δεν υπάρχουν ιθαγενή είδη, όπως στη Νότια Αμερική και στην Αυστραλία, ζουν άλλα, τα οποία εισήγαγαν οι άνθρωποι από διάφορες χώρες.
Από τα διακριτικά χαρακτηριστικά τους ξεχωρίζουν τα κοίλα κέρατα από κερατίνη ουσία, χωρίς διακλαδώσεις, που εκφύονται από τις προεξοχές του μετωπικού οστού και περιβάλλονται από ένα μόνιμο κάλυμμα (κερατίνη θήκη) επιδερμικής προέλευσης. Το αντίθετο συμβαίνει στα ελαφοειδή που έχουν διακλαδισμένα κέρατα από οστό. Για τον λόγο αυτό τα β. λέγονται και κοιλόκερα ή ζώα με μόνιμα κέρατα. Η οδοντοφυΐα τους είναι ελλιπής, αφού δεν υπάρχουν οι κυνόδοντες και οι επάνω κοπτήρες, ενώ οι γομφίοι και προγόμφιοι φέρουν στην επιφάνειά τους λοφοειδείς προεξοχές για τον τεμαχισμό της τροφής.
Η οικογένεια των β. χωρίζεται σε πέντε υποοικογένειες: βοείνες (βόδια), καπρίνες, αντιλοπίνες, ιπποτραγίνες (μεγάλες αντιλόπες) και κεφαλοφίνες.
βοείνες. Υποοικογένεια των β. που περιλαμβάνει ζώα μεγάλου μεγέθους και ψηλού αναστήματος, με πλατύ κεφάλι και δυνατά κέρατα, χρήσιμα στην άμυνά τους. Ο λαιμός τους είναι κοντός και βρίσκεται πιο ψηλά από τη ράχη· η ουρά καταλήγει σε τριχωτή φούντα. Οι βοείνες είναι ζώα φυτοφάγα, μηρυκαστικά, με ασυμπλήρωτη οδοντοφυΐα (λείπουν οι κοπτήρες και οι κυνόδοντες της άνω σιαγόνας). Τα δόντια όμως αυτά αναπληρώνονται από έναν τύλο (κάλο) των ούλων, που με τους έξι κοπτήρες και τους δύο κυνόδοντες της κάτω σιαγόνας είναι ικανός για το ξερίζωμα των χόρτων. Τα χόρτα που τρώνε, τα μασάνε λίγο και τα καταπίνουν, για να περάσουν από τον οισοφάγο στο στομάχι, που έχει σχήμα σάκου και αποκαλείται μεγάλη κοιλία. Αργότερα επανέρχονται στο στόμα για να αναμασηθούν και μετά πηγαίνουν στο δεύτερο τμήμα του στομάχου, όπου πλέον γίνεται η πέψη της τροφής.
Οι κυριότερες ασθένειες των βοεινών είναι η επιζωοτική άφθα (μολυσματική των βλεννογόνων), ο άνθρακας, η πνευμονία, η βρογχίτιδα, η πανώλης των βοεινών κ.ά. Οι εξημερωμένοι βοείνες προέρχονται από το βόδι τοπρωτόγονο και από άλλα άγρια είδη που έχουν εκλείψει. Οι βοείνες εκτρέφονται για να προσφέρουν εργασία και προϊόντα, όπως το κρέας, το γάλα, το δέρμα, τα κόκαλα κλπ. Γίνεται επιλογή ράτσας για κρέας, για γάλα ή για εργασία και επιδιώκεται να αναπτυχθούν κατά τον αποδοτικότερο τρόπο. Όπου αφθονούν ο ορεινοί βοσκότοποι, όπως στην Ελβετία και στις ορεινές περιοχές της Ιταλίας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, επικρατούν ο ράτσες για γάλα, ενώ στις πεδιάδες υπερέχουν οι ράτσες για κρέας και εργασία.
Οικονομία. Η εκτροφή των β. εξαρτάται κατά κανόνα από τις εκτάσεις που προσφέρονται για βοσκή, συναντώνται όμως συχνά ακόμα και σε περιοχές όπου η γεωργία χρησιμοποιεί νέες μεθόδους και κυρίως για τη μεγάλη ικανότητα εργασίας και τη φυσική λίπανση που επιτελούν. Η εκτροφή παρουσιάζεται εκτεταμένη στις αραιοκατοικημένες ζώνες και όπου το κλίμα είναι ξηρό, και εντατική στις εύφορες και υγρές και συχνά πυκνοκατοικημένες ζώνες, όπως στην Ολλανδία, στη Δανία κ.α., όπου η γεωργία παραχωρεί τη θέση της στην εκτροφή β. που θεωρείται πιο επικερδής. Ο αριθμός των β. στον κόσμο αυξάνεται συνεχώς και αυτό οφείλεται όχι μόνο στην πάντοτε μεγαλύτερη ζήτηση του κρέατος αλλά και στην ευκολία των μεταφορών και στην αύξηση των ψυκτικών εγκαταστάσεων, που επιτρέπουν την ανταλλαγή των προϊόντων της εκτροφής.
Από τις κυριότερες εξαγωγικές χώρες κρεάτων β. είναι η Αργεντινή, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Δανία, η Ουρουγουάη, η Ιρλανδία και ο Καναδάς. Μεταξύ των εισαγωγέων είναι η Μεγάλη Βρετανία, η Ιταλία, οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Ελβετία και η Γαλλία. Όπως φαίνεται καθαρά από τα στοιχεία αυτά, οι εξαγωγές των κρεάτων των β., όπως ακόμα και των άλλων προϊόντων της εκτροφής τους, γίνονται από χώρες με πυκνότερο πληθυσμό, οι οποίες παρουσιάζουν ένα υψηλότερο βιοτικό και οικονομικό επίπεδο και επομένως καλύτερες συνθήκες διατροφής.
Πάντως, τα τελευταία χρόνια, παρατηρήθηκε μια αναστάτωση στην αγορά των β., μετά τις αποκαλύψεις για τη μετάδοση της ασθένειας της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας από τις αγελάδες στον άνθρωπο, γεγονός που είχε ευρύτερη επίπτωση στην κατανάλωση βοδινού κρέατος, ιδιαίτερα στην Ευρώπη.
Οι εξημερωμένοι βοείνες (βόδια) προέρχονται από το βόδι το πρωτόγονο και από άλλα άγρια είδη που έχουν εκλείψει.
Στην οικογένεια των βοοειδών ανήκει και η υποοικογένεια των αντιλοπινών, που τα είδη της είναι διαδεδομένα σε όλες σχεδόν τις θερμές χώρες. Στη φωτογραφία, αντιλόπη ή αιγέλαφος (φωτ. Dulevant).
Αλκέλαφος κοκέι, μεγάλη αφρικανική αντιλόπη (φωτ. Dulevant).
Αντιλόπη, γνωστή με τον χαρακτηρισμό άδαξ (φωτ. Dulevant).
Οι βοείνες αποτελούν την πιο ενδιαφέρουσα υποοικογένεια των βοοειδών. Ανάλογα με τις γεωργικές συνθήκες και τις απαιτήσεις διατροφής των διαφόρων χωρών, έχουν επιλεγεί ράτσες κατάλληλες για γάλα, κρέας ή για γεωργικές εργασίες.
Δείγμα της σκοτσέζικης ράτσας Χάιλαντ (φωτ. Dulevant).
Ολλανδική αγελάδα μεγάλης παραγωγής γάλακτος (φωτ. Tomsich).
Χαρακτηριστικά είδη βοεινών της Ουγκάντα (φωτ. Sef).
Dictionary of Greek. 2013.